Στην τελική ευθεία για να κλείσει τον κύκλο των ανανεώσεων στους μεγάλους εμπορικούς και βιομηχανικούς κινδύνους βρίσκεται η ασφαλιστική αγορά, μετρώντας ακόμα – έστω και σε μικρότερο βαθμό – απώλειες σε έσοδα και ασφαλιζόμενα κεφάλαια έναντι προηγουμένων ετών.
Οι πελάτες εξακολουθούν να πιέζουν για εκπτώσεις στα ασφάλιστρα, όμως οι ασφαλιστικές εταιρίες αντιδρούν προκειμένου να διατηρήσουν τα τιμολόγιά τους στα ίδια επίπεδα, ιδιαίτερα όταν συμμετέχουν στην ασφάλιση κάποιου κινδύνου, ενώ εφόσον πρόκειται για νέο πελάτη τότε παρουσιάζονται πιο ελαστικές στην τιμολογιακή τους πολιτική. Φέτος, σε μέσα επίπεδα, οι εκπτώσεις που έγιναν στα ασφάλιστρα περιορίζονται στο 3% με 5%, ενώ δεν παρουσιάστηκαν ιδιαίτερες μειώσεις στο ύψος των ασφαλιζομένων κεφαλαίων ούτε περικοπές στις επιλεγόμενες καλύψεις.
Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα ασφάλιστρα έχουν ήδη διαμορφωθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα λόγω της πολυετούς ύφεσης και των πιέσεων που ασκήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια για γενναίες εκπτώσεις. Παράλληλα, στην αγορά έμειναν βιομηχανίες και εμπορικές επιχειρήσεις οι οποίες αντιλαμβάνονται τη σημασία και την αναγκαιότητα της ασφάλισης και στρατηγικά επενδύουν σε αυτή, αποδεχόμενες αγόγγυστα το κόστος της ασφάλισης ως ένα μέρος των απαραίτητων λειτουργικών εξόδων τους.
Ένα άλλο στοιχείο στο οποίο διαφοροποιήθηκε φέτος η ασφαλιστική αγορά είναι ότι πλέον και στην συντριπτική πλειονότητά τους τα ασφαλιστήρια συμβόλαια ανανεώνονται μέσα στο Δεκέμβριο. Οι ασφαλιζόμενοι επιχειρηματίες δεν θέλουν να επιμερίζουν λογιστικά σε δύο έτη την ασφαλιστική περίοδο και τα αναλογούντα ασφάλιστρα αντίστοιχα και για το λόγο αυτό ζητούν οι ανανεώσεις να γίνονται μέσα στο Δεκέμβριο έχοντας ως περίοδο κάλυψης ολόκληρο το έτος, με αφετηρία / επέτειο των συμβολαίων, την 31η Δεκεμβρίου ή την 1η Ιανουαρίου, κάθε έτους. Αυτό ωστόσο πιέζει τους μεσίτες ασφαλίσεων, καθότι από τη μία υποχρεούνται σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα να διαχειριστούν τον κύριο όγκο των πελατών τους, από την άλλη καλούνται να διαπραγματευθούν συμβάσεις οι οποίες απαιτούν προσοχή καθότι αφενός είναι πολύπλοκες, αφετέρου κάθε μια διαφοροποιείται βάσει των αναγκών που έχει κάθε ασφαλισμένος.